Η κατοχύρωση της προστασίας του περιβάλλοντος στο άρθρο 24 του ελληνικού Συντάγματος 1975/1986/2001 αποτέλεσε μια πρωτοπορία, όχι μόνο για τα ελληνικά, αλλά και για τα διεθνή και τα ευρωπαϊκά δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη την εποχή στην οποία θεσμοθετήθηκε. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του κράτους, το οποίο πρέπει να λαμβάνει όλα εκείνα τα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα για την επίτευξη της αποτελεσματικής προστασίας του. Επίσης, ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός υποβάλλεται στον έλεγχο του κράτους με συνέπεια να αποτελεί πλέον αντικείμενο δικαστικής κρίσης και ερμηνείας. Με βάση αυτή τη διάταξη έχουν εκδοθεί οι περισσότερες αποφάσεις του ΣτΕ. Τέλος, καθιερώνει την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, εξουσιοδοτώντας τον κοινό νομοθέτη να λαμβάνει περιοριστικά μέτρα για την επίτευξη αυτής της προστασίας.
Με την αναθεώρηση του 2001, ο συντακτικός νομοθέτης εμπλούτισε και διεύρυνε το περιεχόμενο της διάταξης, εισάγοντας την έννοια της αειφορίας και ανάγοντας ταυτόχρονα την περιβαλλοντική προστασία σε δικαίωμα του κάθε πολίτη. Το ΣτΕ κατά την ερμηνεία των διατάξεων αυτών έκρινε ότι πλέον απαγορεύεται κάθε υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η οποία σημαίνει επιδείνωση των όρων διαβίωσης και καταστροφή του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος, επιτρέποντας μόνο την αναβάθμισή του. Με βάση αυτήν τη συνταγματική διάταξη η νομολογία του ΣτΕ αναγνώρισε την ύπαρξη ενός συνταγματικού δικαιώματος στο περιβάλλον, άρρηκτα συνδεδεμένου με τη θεμελιώδη συνταγματική αρχή της προστασίας της αξίας του ανθρώπου και με το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας.Το δικαίωμα στο περιβάλλον θα μπορούσε να ορισθεί ως το δικαίωμα του ανθρώπου για τη δημιουργία, διατήρηση και αποκατάσταση συνθηκών οι οποίες εξασφαλίζουν τη ζωή, την υγεία, την ποιότητα ζωής, φυσικής, ηθικής, πνευματικής και κοινωνικής, καθώς και το ίδιο το περιβάλλον ως άμεσα προστατευτέο έννομο αγαθό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου